Εγκλωβισμένη μέσα στο ίδιο μου το εγώ, αυτό είναι που είμαι. Κοιτώ γύρω μου: προς όλες τις κατευθύνσεις το μόνο που βλέπω είναι ένα απαγορευτικό σήμα. Που έχω κρεμάσει εγώ.
Ξαπλώνω γυμνή πάνω σε ένα κρεβάτι, μέσα σε ένα πάπλωμα, δίπλα από ένα κομοδίνο, απέναντι από έναν καθρέφτη, κάτω από ένα φως, μαζί με κάποιον που δεν ξέρω και τόσο καλά. Ψάχνω τα τσιγάρα μου, τα βλέπω, τα παίρνω, βάζω ένα στο στόμα μου μα δεν μπορώ να καπνίσω. “Απαγορεύεται”.
Σηκώνομαι, ντύνομαι, ψάχνω κάτι. Ψάχνω κάτι μα που να το βρω. Δε θυμάμαι που το άφησα. Δε θυμάμαι γιατί το άφησα. Δε θυμάμαι τι άφησα. Δε θυμάμαι τι ψάχνω.
Ώρες-ώρες ξεφεύγω. Ώρες-ώρες πονάω. Ώρες-ώρες ελπίζω. Ώρες-ώρες ξεγελάω τον εαυτό μου. Ώρες-ώρες ξέρω. Ώρες-ώρες σκέφτομαι. Τις υπόλοιπες ψάχνω ακόμα.
Ξεντύνομαι, θέλω τσιγάρο, θέλω νερό πάνω μου.
Τσιγάρο κάτω απ’ το ντουζ: μεγάλη απόλαυση. Παίρνω ένα φιλτράκι, το ξεγυμνώνω απ’ το περιτύλιγμά του, το προσέχω: για μια στιγμή είναι όλα όσα έχω. Βγάζω ένα χαρτάκι, επιλέγω προσεκτικά την ποσότητα του καπνού: θέλω ποιότητα τούτες τις ώρες. Στρίβω.
Μπαίνω στο ντουζ, κρατώ τον αναπτήρα αναμμένο για λίγο κάτω απ’ το δημιούργημα μου, έπειτα ρουφάω. Η καύτρα πήρε θερμό χρώμα, μέσα μου νιώθω κάτι ζεστό. Άναψε.
Έξω βρέχει, καταιγίδα, αστραπές, βροντές – μέσα καπνός. Το πρόσωπο μου να βρέχεται, να πέφτουν στάχτες, το φιλτράκι – γεμάτο νερά απ’ τα χείλη μου – να φλερτάρει με τους παροξυσμούς μου. Σταγόνες υδρογόνο-δύο-οξυγόνο παντού, πάνω στο σώμα, σε κάθε σημείο μου, και το τσιγάρο εκεί, να παλεύει.
Κάθε τόσο μια ρουφηξιά, κι έπειτα νερό. Να ξεπλύνει σκέψεις, να θυμίσει την βροχή που ακούγεται. Κάνω σαν μανιακή, δεν ξέρω τι θέλω πιο πολύ. Δεν ξέρω τι δε θέλω καθόλου. Δεν ξέρω τι είναι αυτό που πρέπει να διώξω. Δεν ξέρω πώς να το διώξω. Δε θυμάμαι πώς να κάνω χώρο για κάτι καινούριο.
Αυτό που ο αναπτήρας ανάβει με δυσκολία, αυτό που έχει βραχεί ο καπνός μα καπνίζεται κι εγώ τον καπνίζω, αυτό που σκέφτεσαι τι είχες, τι έχεις, τι θες να έχεις. Αυτό που δε θέλεις να είσαι αχάριστος. Αυτό που θέλεις να δώσεις ακόμα μια ευκαιρία “μπας και”. Αυτό που δεν ξέρεις τι σημαίνει “δίνω ευκαιρία” κι αυτό που δεν ξέρεις τι σημαίνει “υπάρχουν καλύτερα;”. Αυτό που πιστεύεις πως “υπάρχουν χειρότερα”. Εκείνο που δεν ξέρεις τι απ’ όλα ισχύει.
Αυτό που “ό,τι δουλεύει μην το πειράζεις”. Κι από την άλλη εκείνο που “μπορείς και παραπάνω, σίγουρα μπορείς”.
Αυτό που σε ξέρεις πιο καλά απ’ όλους. Αυτό που δε θέλεις να τελειώσει αυτό το τσιγάρο. Αυτό το τσιγάρο που σου καίει την ψυχή. Αυτό το τσιγάρο που “είναι όλα όσα έχεις” για λίγο.